Πώς οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες βλάπτουν το έντερο
Μέσα από τη δουλειά μου, το blog μου και το getactive.gr προσπαθώ συνεχώς να δείξω και να αποδείξω το πώς η υγεία του εντέρου είναι απαραίτητη για τη συνολική μας υγεία και τι μπορεί να την καταστρέψει. Έχω βοηθήσει αρκετό κόσμο με θέματα υγείας να ισορροπήσει την υγεία του εντέρου του και να αντιμετωπίσει τελικά και το πρόβλημά του, μέσω της διατροφής κι έχω τονίσει πολλές φορές ποιες τροφές βλάπτουν το μικροβίωμά του, από τη ζάχαρη, μέχρι το κόκκινο κρέας και από τα κορεσμένα λιπαρά μέχρι τις επεξεργασμένες και τηγανητές τροφές. Μέσα σε αυτά, οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες φαίνεται πως παίζουν σημαντικό (αρνητικό) ρόλο, παρ’ όλο που είναι αναγνωρισμένες ως ασφαλείς.
Ποια είναι τα τεχνητά γλυκαντικά που καταναλώνουμε
Τα υποκατάστατα ζάχαρης είναι κάθε ουσία που προσθέτουμε στη διατροφή μας για να δώσουμε γλυκιά γεύση, που έχει όμως σημαντικά λιγότερες θερμίδες και ενέργεια από τη ζάχαρη. Κάποια υποκατάστατα είναι φυσικά, όπως η στέβια, ενώ άλλα είναι συνθετικά και κυκλοφορούν με την ονομασία «τεχνητά γλυκαντικά». Ανάμεσά τους βρίσκουμε την ασπαρτάμη, τη σουκραλόζη, το ακεσουλφαμικό κάλιο, τη νεοτάμη, τη σακχαρίνη, το κυκλαμικό οξύ, την αντβαντάμη, τις οποίες βλέπουμε συχνά στην αγορά. Κι όσο το σιρόπι καλαμποκιού με υψηλή περιεκτικότητα σε φρουκτόζη συνεχίζει να λαμβάνει αρνητικά σχόλια από καταναλωτές και οργανισμούς υγείας, τόσο περισσότερο η βιομηχανία τροφίμων και ποτών στρέφεται προς τα τεχνητά γλυκαντικά, από τα οποία τα πιο κοινά είναι η σακχαρίνη, η ασπαρτάμη και η σουκραλόζη. Οι γλυκαντικές αυτές ουσίες περνούν από το γαστρεντερικό μας σύστημα χωρίς πέψη, πράγμα που σημαίνει ότι έρχονται σε άμεση επαφή με το μικροβίωμα του εντέρου, κάτι που έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία.
Η κατανάλωση γλυκαντικών συνδέεται με διαταραχές ανοχής της γλυκόζης
Σε πειράματα που έχουν γίνει σε ποντίκια, στο πλαίσιο έρευνας που έχει δημοσιευτεί στην επιστημονική επιθεώρηση Nature από ερευνητές του Ινστιτούτου Επιστημών Weizmann του Ισραήλ, βρέθηκε ότι προσθέτοντας σακχαρίνη, σουκραλόζη ή ασπαρτάμη στο νερό τους, παρατήρησαν διαταραχές στην ανοχή της γλυκόζης σε επικείμενο τεστ γλυκόζης. Στο τεστ συμπεριλήφθηκαν και ομάδες τρωκτικών που κατανάλωναν μόνο νερό ή νερό με γλυκόζη ή σουκρόζη, για να δουν πώς τα τεχνητά γλυκαντικά αντιδρούν σε σχέση με τα καθιερωμένα σάκχαρα. Με τη δοκιμασία ανοχής γλυκόζης (ή αλλιώς τεστ καμπύλης σακχάρου όπως το ξέρουν οι περισσότεροι) διαπίστωσαν στην 11η εβδομάδα ότι τα ποντίκια που λάμβαναν νερό, νερό και γλυκόζη ή νερό και σουκρόζη είχαν παρόμοια αποτελέσματα ενώ τα ποντίκια που λάμβαναν τεχνητά γλυκαντικά όπως νερό με σακχαρίνη, νερό με σουκραλόζη ή νερό με ασπαρτάμη ανέπτυσσαν σημαντικά διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη, με τη σακχαρίνη να έχει τη μεγαλύτερη επίδραση. Το ίδιο αποτέλεσμα βρέθηκε και σε παχύσαρκα λόγω διατροφής ποντίκια, στα οποία οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες επιδείνωσαν την κατάσταση.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές θέλησαν να δουν αν το μικροβίωμα του εντέρου ήταν «ένοχο» για τη διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη που παρουσίασαν τα ποντίκια κι έτσι τους χορήγησαν αντιβιοτικά, ώστε να παρατηρήσουν τις αλλαγές. Χορήγησαν, λοιπόν, ένα συνδυασμό σιπροφλοξασίνης και μεντρονιδαζόλης ή σκέτης βανκομυκίνης για 4 εβδομάδες και βρήκαν ότι τα αντιβιοτικά έφεραν αποτέλεσμα στη διαταραχή ανοχής της γλυκόζης, τόσο στα παχύσαρκα, όσο και στα πιο ισχνά ποντίκια. Αυτό δείχνει ότι στην πρόκληση διαταραχής ανοχής της γλυκόζης από τα τεχνητά γλυκαντικά μπορεί να παρεμβαίνει και το μικροβίωμα του εντέρου, αν και υπάρχει πάντα η πιθανότητα άλλες επιδράσεις των αντιβιοτικών να οδήγησαν σε αυτό το συμπέρασμα και χρειάζονται περισσότερες έρευνες.
Κάτι άλλο που φανερώνει ότι οι αλλαγές στο μικροβίωμα μπορεί να είναι υπεύθυνες για τη διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη είναι μελέτες που έχουν γίνει σε ποντίκια που είχαν αναπτυχθεί σε στείρο περιβάλλον, χωρίς μικρόβια, στα οποία οι ερευνητές μεταμόσχευσαν υλικό από τα κόπρανα των «φυσιολογικών» ποντικιών, από ποντίκια δηλαδή που δεν αναπτύσσονταν σε αποστειρωμένο περιβάλλον. Τα ποντίκια που αποτέλεσαν τους «δωρητές», χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, με τη μία να τρέφεται με κανονική τροφή συν σακχαρίνη και την άλλη κανονική τροφή συν γλυκόζη, με το ποσό της σακχαρίνης που δινόταν στα ποντίκια να είναι ανάλογο με τη συνιστώμενη ημερήσια δόση σακχαρίνης σε ανθρώπους. Τα αποτελέσματα, αφότου έγινε η μεταφορά όγκου κοπράνων άρα και μικροβιώματος από τα «φυσιολογικά» ποντίκια σε αυτά που αναπτύχθηκαν σε στείρο περιβάλλον, έδειξαν ότι τα ποντίκια που έλαβαν μικροβίωμα από τους δωρητές που τρέφονταν με σακχαρίνη ανέπτυξαν σημαντική διαταραχή στην ανοχή γλυκόζης σε σχέση με αυτά που έλαβαν το δείγμα κοπράνων από ποντίκια που λάμβαναν γλυκόζη.
Ποια βακτήρια, όμως, αλλάζουν με τη σακχαρίνη; Από τις έρευνες φάνηκε ότι το γένος Bacteroides αυξήθηκε, ενώ τα Lactobacillus reuteri και Akkermansia muciniphila που θεωρούνται ωφέλιμα βακτήρια, μειώθηκαν. Ακόμη, κάποια στελέχη της αποικίας Clostridiales αυξήθηκαν, ενώ άλλα μειώθηκαν. Με τη χρήση τεχνολογίας, επίσης, οι ερευνητές εξέτασαν τη μικροβιακή λειτουργία, με δείγματα που συνέλλεξαν πριν και μετά τις 11 εβδομάδες σε όλες τις ομάδες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα ποντίκια που λάμβαναν σακχαρίνη παρουσίαζαν μεγάλη αύξηση σε συγκεκριμένα γονίδια που συνδέονται με μεταβολικές ασθένειες.
Τι συμβαίνει με τους ανθρώπους;
Τα ευρήματα διαταραχής στην ανοχή της γλυκόζης στα ποντίκια έχουν φυσικά οδηγήσει τους ερευνητές να εξετάσουν κατά πόσον αυτά ανταποκρίνονται και σε ανθρώπους, με τη χρήση ερωτηματολογίου για τον καθορισμό της κατανάλωσης τεχνητών γλυκαντικών ουσιών, σε συνδυασμό με κλινικές παραμέτρους που σχετίζονται με το μεταβολικό σύνδρομο (βάρος, αναλογία μέσης και γοφών, σάκχαρο αίματος νηστείας, αιμογλοβίνη Α1c, καμπύλη σακχάρου και ALT). Οι ερευνητές έλαβαν υπόψη ότι άνθρωποι με υπερβάλλον σωματικό βάρος και μεταβολικό σύνδρομο πιθανότατα καταναλώνουν τεχνητές γλυκαντικές ουσίες για να χάσουν βάρος και φάνηκε ότι η δράση τους παρέμεινε, ακόμη και μετά τη διόρθωση του Δείκτη Μάζας Σώματος.
Σε μελέτη που έγινε σε υγιείς εθελοντές, οι οποίοι δεν κατανάλωναν τεχνητές γλυκαντικές ουσίες ή τροφές που τις περιέχουν και ξεκίνησαν την κατανάλωσή τους στη μέγιστη συνιστώμενη ημερήσια δόση σακχαρίνης για μία εβδομάδα, φάνηκε ότι ακόμη και σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, οι τέσσερις από τους επτά παρουσίασαν σημαντικά χαμηλότερες γλυκαιμικές αντιδράσεις και αλλαγές στη σύνθεση του μικροβιώματος.
Χρειάζονται, φυσικά, περισσότερες μελέτες που θα αποδείξουν τη σχέση μεταξύ τεχνητών γλυκαντικών ουσιών και μικροβιώματος του εντέρου στους ανθρώπους, αλλά υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να θυμόμαστε. Σύμφωνα με τις παραπάνω έρευνες, η κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών ουσιών σε ποντίκια και ανθρώπους φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης διαταραγμένης ανοχής στη γλυκόζη και του μεταβολικού συνδρόμου. Οι επιπτώσεις του μεταβολικού συνδρόμου συνδέονται με αλλαγές στη σύνθεση και λειτουργία του μικροβιώματος και όλα τελικά συντελούν στο πόσο σημαντικά είναι αυτά που βάζουμε στο πιάτο μας για την υγεία του εντέρου, αλλά και τη συνολική υγεία μας.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.