Προϊόντα με μυκοπρωτεΐνη: Τι λένε οι έρευνες; Είναι ασφαλή;
Στην αρχή της μετάβασης στη χορτοφαγία, έψαχνα θυμάμαι κι εγώ συνεχώς προϊόντα που να μοιάζουν αξιοπρεπή και να θυμίζουν κρέας. Το quorn ήταν ένα από αυτά, υποκατάστατο κρέατος, δημοφιλές στους χορτοφαγικούς κύκλους, το οποίο προέρχεται από μυκοπρωτεΐνη (ένα είδος μύκητα) και υπάρχει σε διάφορες μορφές.
Η μυκοπρωτεΐνη στην ουσία είναι μια πρωτεϊνική πηγή που παράγεται μέσω ζύμωσης, με χαμηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένο λίπος και υψηλή σε φυτικές ίνες. Δεν έχει έντονη επίγευση, όπως συμβαίνει με άλλα υποκατάστατα κρέατος και όταν μαγειρεύεται απορροφά τις υπόλοιπες γεύσεις, δημιουργώντας ένα γευστικό αποτέλεσμα.
Να σημειώσω, βέβαια, ότι τα εναλλακτικά προϊόντα κρέατος φυτικής προέλευσης (PBMA) δεν είναι καθόλου απαραίτητα στη διατροφή. Μπορούν, ωστόσο, να αποτελέσουν μια ενδιαφέρουσα επιλογή για όσους αναζητούν αυτή τη γεύση και την υφή, ιδίως στα πρώτα στάδια της μετάβασης ή ως… treat αργότερα, ενώ δεν είναι λίγοι κι αυτοί που καταναλώνουν κρέας, αλλά στην προσπάθειά τους να το μειώσουν, τα προτιμούν. Κι επειδή η κατανάλωσή τους ολοένα και αυξάνεται, είναι καλό να βλέπουμε περισσότερες κλινικές μελέτες που αξιολογούν τα αποτελέσματα για την υγεία ή τουλάχιστον βιοδείκτες των αποτελεσμάτων για την υγεία.
Τι δείχνει η νέα μελέτη για τη μυκοπρωτεΐνη
Η μελέτη που θα αναλύσουμε σήμερα, περιλάμβανε 72 συμμετέχοντες που ήταν υπέρβαροι με υψηλά επίπεδα χοληστερόλης και τυχαιοποιήθηκαν σε 2 ομάδες για μια δοκιμή παρέμβασης διάρκειας 4 εβδομάδων. Η μία ομάδα προμηθεύτηκε κατ’ οίκον παραδόσεις κρέατος και ψαριών και η άλλη ομάδα μυκοπρωτεϊνών PBMAs από την εταιρεία Quorn.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι και οι δύο ομάδες είχαν παρόμοια πρόσληψη θερμίδων, υδατανθράκων και λιπαρών. Η πρόσληψη φυτικών ινών ήταν υψηλότερη στην ομάδα της μυκοπρωτεΐνης, δεδομένου ότι το προϊόν περιέχει φυτικές ίνες (36g/d έναντι 20g/d). Η πρόσληψη λιπαρών ήταν αρκετά παρόμοια μεταξύ των ομάδων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσληψης κορεσμένων, πολυακόρεστων και μονοακόρεστων λιπών. Η κατανάλωση χοληστερόλης ήταν χαμηλότερη στην ομάδα της μυκοπρωτεΐνης.
Έπειτα από τέσσερις εβδομάδες, τα επίπεδα της ολικής, της LDL-χοληστερόλης και της μη-HDL-χοληστερόλης μειώθηκαν στην ομάδα των μυκοπρωτεϊνών κατά 6%, 10% και 6% αντίστοιχα, ενώ δεν υπήρξε καμία αλλαγή στην ομάδα κρέατος/ψαριών. Δεν υπήρχαν διαφορές στα επίπεδα HDL-χοληστερόλης ή τριγλυκεριδίων μεταξύ των ομάδων. Τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα και του C-πεπτιδίου (δείκτης έκκρισης ινσουλίνης) μειώθηκαν και τα δύο περισσότερο στην ομάδα μυκοπρωτεϊνών.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η βελτίωση των καρδιομεταβολικών βιοδεικτών μπορεί να οφείλεται στην υψηλότερη πρόσληψη φυτικών ινών και στις β-γλυκάνες που υπάρχουν στα προϊόντα μυκοπρωτεΐνης, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε ευεργετικές αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου. Συνολικά, η μελέτη παρέχει περαιτέρω δεδομένα για την υποστήριξη του ρόλου των PBMAs στη διατροφή, ιδίως εάν αντικαθιστούν το κρέας.
Πηγές
https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0261561424000335
https://shireenkassam.medium.com/review-of-the-plant-based-lifestyle-medicine-news-february-2024-c2322a390100