Παιδί και διατροφή: Τι κάνουμε όταν το παιδί είναι επιλεκτικό στο φαγητό;
Θυμάστε τον Θανάση Βέγγο στην ταινία «Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης», όπου ως σερβιτόρος προσπαθούσε να πείσει τον Βασίλη Καΐλα να φάει κάτι κι εκείνος, ως παιδί, φώναζε συνεχώς «δεν πεινάω» και δεν ήθελε τίποτα; Οι περισσότεροι ίσως αντιμετωπίζουν με χιούμορ αυτή τη σκηνή. Όσοι, όμως, τη ζουν καθημερινά σε replayμέσα στο σπίτι τους, τη βρίσκουν περισσότερο τρομαχτική, παρά αστεία…
Στο γραφείο συναντώ συχνά πολλές μαμάδες που με επισκέπτονται αγχωμένες, ζώντας μια παρόμοια κατάσταση στο σπίτι, όπου το παιδί αρνείται να φάει. Τα δέλεαρ είναι συγκεκριμένα: τηλεόραση, τάμπλετ ή το αγαπημένο τους φαγητό ξανά και ξανά. Αυτά, όμως, αποτελούν περισσότερο παγίδες παρά λύσεις.
Μου έχει τύχει, μάλιστα, περίπτωση μικρού κοριτσιού, το οποίο είχε πάει το θέμα «επιλεκτικό παιδί» μερικά σκαλιά πιο πάνω. Οι γονείς της είχαν κάθε λόγο να ανησυχούν, αφού όχι μόνο έτρωγε περιορισμένο αριθμό φαγητών που μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, αλλά αηδίαζε και με όλα τα υπόλοιπα. Μπορεί να αναγούλιαζε ή να έκανε ακόμη και εμετό δοκιμάζοντας π.χ. μακαρόνια, κάτι που ώθησε τους γονείς να ζητήσουν βοήθεια και να ανακαλύψουν ότι η κόρη τους ήταν κάτι παραπάνω από «επιλεκτική».
Υπάρχουν πολλά παιδιά εκεί έξω με παρόμοιο πρόβλημα, τα οποία χρειάζονται ιδιαίτερη βοήθεια προκειμένου να μάθουν να τρώνε από μια ποικιλία τροφών, αρκεί οι γονείς να καταλάβουν τις διαφορές από ένα απλώς επιλεκτικό παιδί και να στραφούν σε ειδικό για βοήθεια.
Πότε το παιδί ξεφεύγει από τα όρια
Αν και δεν θα βρείτε κάποιον επίσημο ορισμό, γενικότερα υπάρχει μια φάση στη ζωή του παιδιού, που ξεκινά γύρω στα 1,5-2 και διαρκεί μέχρι τα 5-7 έτη, όπου το παιδί γίνεται πιο επιλεκτικό. Αυτή την κατάσταση μπορεί να βοηθήσει ο «διαμοιρασμός της ευθύνης», που σημαίνει να κρατούν οι γονείς το πάνω χέρι στη δομή του γεύματος και τις επιλογές και να αφήνουν στη συνέχεια το παιδί να διαλέξει.
Μερικές φορές, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Το να περιμένουμε κάποια παιδιά να νιώσουν τέτοια πείνα ώστε να φάνε εύκολα κάτι διαφορετικό δεν έχει αποτέλεσμα, λόγω του ότι υπάρχουν μεγαλύτερα συναισθηματικά ή ψυχολογικά θέματα που κάνουν τα παιδιά να προτιμούν να πεινάσουν, παρά να φάνε κάτι καινούργιο. Σιγά-σιγά, η λίστα με τα αγαπημένα τους φαγητά γίνεται όλο και μικρότερη, ενώ οι γονείς όλο και πιο αγχωμένοι.
Για να καταλάβετε ότι το παιδί δεν είναι απλώς επιλεκτικό, αλλά υπάρχει ένα πιο έντονο πρόβλημα αντίστασης στο φαγητό, θα πρέπει να έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Συνήθως, τα παιδιά αυτά έχουν πολύ περιορισμένη γκάμα επιλογών τροφών, οι οποίες συχνά είναι λιγότερες από 10-15. Αντίστοιχα, οι διατροφικές ομάδες που αποδέχονται είναι λιγότερες και μπορεί να απορρίπτουν μια ολόκληρη ομάδα ή και παραπάνω (π.χ. δεν τρώνε καθόλου λαχανικά και όσπρια). Ένα ακόμη χαρακτηριστικό είναι ότι τα καταβάλει το άγχος όταν βρεθούν στη θέα νέου φαγητού και μπορεί να ουρλιάζουν, να χτυπιούνται, να αναγουλιάζουν ή ακόμη και να κάνουν εμετό. Ακόμη, απαιτούν σε κάθε γεύμα να υπάρχουν 1 ή 2 τροφές που τους αρέσουν και να ετοιμάζονται με τον ίδιο τρόπο. Πολλές φορές, τα παιδιά με αυτά τα χαρακτηριστικά, διαγιγνώσκονται με κάποια αναπτυξιακή καθυστέρηση, όπως αυτισμό, Σύνδρομο Άσπεργκερ ή Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή μη προσδιοριζώμενη αλλιώς (PDD) που περιλαμβάνει τον άτυπο αυτισμό.
Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς;
Σε αυτές τις περιπτώσεις παιδιών, η αυστηρή συμπεριφορά γονιών με τιμωρίες, αλλά και ο διαμοιρασμός της ευθύνης που ανέφερα πιο πάνω, δεν είναι αρκετά για να οδηγήσουν το παιδί σε καλύτερη διατροφική συμπεριφορά. Αυτό μπορεί να συμβαίνει γιατί υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που επηρεάζουν την ικανότητά του να δεχτεί κάποιες τροφές, όπως να μην έχει τον απαιτούμενο έλεγχο στη γλώσσα και τη γνάθο του ώστε να μασήσει σωστά, να έχει ευαισθησία σε οσμή και γεύση που επηρεάζει τις επιλογές του, ενώ μπορεί να ευθύνονται ακόμη και γαστρεντερικοί παράγοντες, όταν τα παιδιά αρνούνται να φάνε κάτι, γιατί το συνδέουν με δυσφορία ή πόνο στο στομάχι ή άλλα θέματα, όπως διατροφικές αλλεργίες, πρησμένες αμυγδαλές κ.ο.κ. Εδώ να πούμε ότι μεγάλο ρόλο παίζει και η προσέγγιση των γονιών: αν αφήνουν το παιδί να τσιμπολογάει όλη την ημέρα, λογικό είναι να μην πεινάει την ώρα του γεύματος και να δημιουργεί φασαρία. Η ανοχή ανάρμοστων συμπεριφορών την ώρα του φαγητού, επίσης, δεν βοηθάει.
Χρειάζεται, λοιπόν, όταν οι καταστάσεις και οι αντιδράσεις είναι ακραίες, οι γονείς να συνεργάζονται με ειδικούς, ώστε να διερευνηθούν όλοι οι παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτή τη συμπεριφορά. Χρειάζονται υποστήριξη και να καταλάβουν ότι δεν είναι μόνοι. Μια ομάδα ειδικών, από διατροφολόγο μέχρι ακόμη και τον δάσκαλο, μπορούν να βοηθήσουν ώστε να αναπτυχθεί ένα πλάνο που θα καλύπτει τις ανάγκες του παιδιού.
Κάπου εδώ πρέπει να τονίσω πόσο αναγκαία είναι η συνεργασία γιατρών, όπως του διατροφολόγου, του γιατρού και του λογοθεραπευτή σε θέματα που αφορούν τη σίτιση και την κατάποση, ούτως ώστε να βοηθηθεί το παιδί, αλλά και οι γονείς να μάθουν στρατηγικές που θα τους βοηθήσουν στο σπίτι.
Κάτι άλλο που είναι σημαντικό να λάβουμε υπόψη, είναι ότι συχνά ζητάμε από τα παιδιά να φάνε κάτι, για το οποίο δεν γνωρίζουν τίποτα –κάτι που ούτε κι εμείς οι ίδιοι δεν θα κάναμε. Σε αυτό μπορεί να βοηθήσει η συμμετοχή του παιδιού στην προετοιμασία του φαγητού. Έτσι θα γνωρίσουν το φαγητό και τις τροφές εκτός του γεύματος, θα τις συνδυάσουν ενδεχομένως με μια διασκεδαστική διαδικασία και ίσως έτσι μειωθεί το άγχος τους. Όλοι μας μαθαίνουμε καλύτερα, όταν το άγχος δεν μας αποσυντονίζει.
Αυτό βοηθά, επίσης, και στην έκθεση των παιδιών σε τροφές. Πολλοί γονείς φτιάχνουν 2-3 φορές ένα φαγητό και αν το παιδί αρνείται να το φάει, δεν το ξαναφτιάχνουν. Χρειάζονται, όμως, περισσότερες επαφές με μια τροφή, περίπου 12-15 και μάλιστα με κάθε αίσθηση (να το δει, να το μυρίσει, να το νιώσει, να το γευτεί), μέχρι το παιδί να δεχτεί να το φάει.
Συνεργαστείτε με το παιδί σας, ώστε να κρατάει ημερολόγιο με τις νέες τροφές που γνωρίζει κι αν ακόμη δεν γράφει ή διαβάζει, μπορεί να τις ζωγραφίζει.
Τέλος, μην ξεχνάτε ότι για να μπορέσει κάποια στιγμή να διευρύνει τις διατροφικές επιλογές του, χρειάζονται και σταδιακές αλλαγές σε τροφές που ήδη γνωρίζει και αποδέχεται. Μπορείτε, π.χ. να αλλάζετε λίγο τη θερμοκρασία, την υφή, το σχήμα ή τη γεύση και να συμπεριλαμβάνετε το παιδί στη διαδικασία, έτσι ώστε σιγά-σιγά κι αυτό να ανοίγει νέους ορίζοντες στο φαγητό. Κι έτσι κάποτε, η σκηνή με τον Βέγγο να φτάσει ξανά να είναι αστεία.