Μυκοβίωμα: τι είναι και πόση σημασία έχει για την υγεία;
Έχουμε μιλήσει πολύ για το μικροβίωμα (δηλαδή το σύνολο των μικροοργανισμών που αποικεί σε ολόκληρο τον οργανισμό μας και στο έντερο και συνθέτει την χλωρίδα του) τη χρονιά που πέρασε, έχουμε πλέον εμπεδώσει τη σημασία του στη συνολική υγεία και το πώς η διατροφή το επηρεάζει, ενώ και οι έρευνες που έχουν γίνει πάνω σε αυτό είναι αρκετές. Αυτό, όμως, που ακόμη δεν έχει διαδοθεί και ερευνηθεί και που δεν γίνεται λόγος γι’ αυτό, είναι το μυκοβίωμα, που σίγουρα δεν το έχετε ξανακούσει και μάλιστα αν το γκουγκλάρετε στα ελληνικά, δεν θα λάβετε πίσω πάνω από 2-3 αποτελέσματα. Που σημαίνει ότι μάλλον ήρθε η ώρα να το εξετάσουμε συνοπτικά, ως μέρος του οργανισμού και πιθανού παράγοντα που συμβάλλει στην υγεία μας.
Τι είναι, λοιπόν, το μυκοβίωμα;
Όπως το μικροβίωμα είναι το σύνολο των βακτηρίων που συναντάμε στον οργανισμό μας (στο έντερο, στο δέρμα, στα μάτια, στους πνεύμονες κ.ο.κ.), έτσι και το μυκοβίωμα είναι το σύνολο των μυκήτων που αποικεί στον οργανισμό μας, το οποίο χρήζει διερεύνησης και είναι κι αυτό μεγάλης σημασίας όσον αφορά την υγεία μας. Το στοματικό μυκοβίωμα των ατόμων με HIV για παράδειγμα, διαφέρει πολύ από όσων δεν έχουν προσβληθεί, ενώ η αφθονία σε Candida και σακχαρομύκητα συνδέεται με αυξημένη σοβαρότητα σε μολύνσεις ηπατίτιδας Β. Επίσης, η υπεραφθονία στο έντερο του παθογόνου Candida tropicalis πυροδοτεί φλεγμονώδη νόσο του εντέρου.
Όταν αρχίσουν να γίνονται περισσότερες έρευνες διαθέσιμες, βέβαια, τέτοια δεδομένα θα μπορέσουν να διερευνηθούν περαιτέρω εργαστηριακά και ίσως μια μέρα οι ερευνητές να συμπεριλάβουν και τα είδη μυκήτων για τη θεραπεία λοιμώξεων. Ήδη, μάλιστα, κάποιες φαρμακευτικές θα ξεκινήσουν να παράγουν προβιοτικά προϊόντα που θα περιέχουν ζωντανές αποικίες φιλικών μυκήτων.
Πριν αρκετά χρόνια, έγινε μια έρευνα που έδειξε ότι κουνέλια στα οποία δόθηκαν αντιβιοτικά για την καταστροφή βακτηρίων ή στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα για καταστολή του ανοσοποιητικού, παρουσίασαν καντιντίαση (μυκητίαση για την οποία ευθύνονται ζυμομύκητες Candida). [J.A. Montana, T.W. Sery, “Effect of fungistatic agents on corneal infections with Candida albicans,” AMA Arch Ophthalmol, 60:1-6, 1958] Αυτό δείχνει πως δεν θα μπορούσαν να επηρεάσουν μόνο οι μύκητες στο περιβάλλον αρνητικά την υγεία μας, αλλά και διάφορα είδη μύκητα που ζουν σε οργανισμούς θηλαστικών μαζί με διάφορα σχετικά βακτήρια. Κι όταν μια μικροβιακή αποικία καταστρέφεται, μια άλλη μπορεί να προκαλέσει ασθένειες. Αν οι αποικίες παραμείνουν άθικτες, όμως, οι μύκητες φαίνεται να παραμένουν ακίνδυνοι ή ακόμη και ωφέλιμοι.
Η ιατρική κοινότητα δεν επιχείρησε να μελετήσει το ανθρώπινο μυκοβίωμα μέχρι και το 2010, όπου και βρέθηκαν πολύπλοκες αποικίες μυκήτων στην ανθρώπινη στοματική κοιλότητα πέραν του Candida και του σακχαρομύκητα. Συγκεκριμένα, σε 20 εθελοντές στο πλαίσιο έρευνας, αναγνωρίστηκαν 101 είδη μυκήτων, με το κάθε άτομο να «φιλοξενεί» κάπου ανάμεσα σε 9 και 23 είδη στο στόμα του, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ως πυρήνα μυκοβιώματος αυτούς που βρέθηκαν σε τουλάχιστον 4 συμμετέχοντες (στο 20% δηλαδή του πληθυσμού που συμμετείχε). Σε αυτόν τον πυρήνα, ο Candida ήταν ο πιο συχνός, με τον Cladosporium να ακολουθεί αποτελώντας γνωστό αλλεργιογόνο στο άσθμα, τον Aureobasidium που μπορεί να προκαλέσει λοιμώξεις σε όσους έχουν κάνει μεταμόσχευση και ομάδες των Saccharomycetales που περιλαμβάνουν και κάποια ωφέλιμα είδη. [M.A. Ghannoum et al., “Characterization of the oral fungal microbiome (mycobiome) in healthy individuals,” PLOS Pathog, 6:e1000713, 2010.]
Βρέθηκαν, επίσης, και πολλοί παθογόνοι μύκητες, συμπεριλαμβανομένου του Aspergillus που μπορεί να προκαλέσει μυκητιάσεις, του Fusarium που μπορεί να οδηγήσει σε επιφανειακές και συστημικές μολύνσεις που θεραπεύονται δύσκολα και του Cryptococcus που αποτελεί σημαντική αιτία μηνιγγίτιδας σε ασθενείς με AIDS. Αυτοί οι παθογόνοι μύκητες μπορεί να θέτουν τον οργανισμό σε αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης, ειδικά αν το ανοσοποιητικό είναι πεσμένο. Να σημειώσουμε ότι από τα είδη που αναγνωρίστηκαν, σε περισσότερο από το 1/3 δεν μπορούσε να γίνει καλλιέργεια, άρα και δεν μπορούσε να μελετηθεί ο ρόλος τους στην υγεία και τις ασθένειες.
Σιγά-σιγά οι ερευνητές άρχισαν να εξετάσουν αποικίες μυκήτων και εκτός της στοματικής κοιλότητας και το 2012 μια ομάδα ερευνητών στην Ιαπωνία εξέτασε την κατανομή του είδους Malassezia που μπορεί να οδηγήσει σε επιφανειακές δερματικές παθήσεις, στο εξωτερικό ακουστικό κανάλι και στο πέλμα. Ο μύκητας M. slooffiae, γνωστός για τον αποχρωματισμό του δέρματος, ήταν ο πιο κοινός και στα δύο σημεία του σώματος, ακολουθούμενος από τον M. Restricta που κυριαρχούσε στο τριχωτό της κεφαλής. [E. Zhang et al., “Characterization of Malassezia microbiota in the human external auditory canal and on the sole of the foot,” Microbiol Immunol, 56:238-44, 2012].
Πιο πρόσφατα, μια ομάδα γάλλων ερευνητών χαρακτήρισαν το μυκοβίωμα στους πνεύμονες και ανέφεραν περιβαλλοντικούς μύκητες όπως τον Aspergillus, να κυριαρχούν σε υγιή άτομα. [L.D.N. Nguyen et al., “The lung mycobiome: An emerging field of the human respiratory microbiome,” Front Microbiol, 6:89, 2015.] Οι πνεύμονες όσων έπασχαν από κυστική ίνωση, πνευμονική ίνωση και άλλες παθήσεις των πνευμόνων, όπως και όσοι έπασχαν από καρδιαγγειακές παθήσεις ή είχαν κάνει μεταμόσχευση πνεύμονα, παρουσίαζαν στελέχη Candida, όπως C. albicans.
Με λίγα λόγια, οι λιγοστές έρευνες αποδεικνύουν την παρουσία διαφορετικών αποικιών μυκήτων στον οργανισμό και δείχνουν τη σημασία τους στην υγεία ή την εμφάνισης παθήσεων.
Οι μύκητες και οι διάφορες παθήσεις, σύμφωνα με τις έρευνες
Στο πλαίσιο ανάλυσης που πραγματοποιήθηκε το 2014 [P.K. Mukherjee et al., “Oral mycobiome analysis of HIV-infected patients: Identification of Pichia as an antagonist of opportunistic fungi,” PLOS Pathog, 10:e1003996, 2014.] για αλληλεπιδράσεις μυκήτων με μύκητες και μυκήτων με βακτήρια στη στοματική κοιλότητα ασθενών με HIV εντοπίστηκε, μεταξύ διαφόρων μικροβιακών αλληλεπιδράσεων, μια ανταγωνιστική σχέση μεταξύ του Pichia, ενός μη παθογόνου μύκητα και του παθογόνου Candida. Συγκεκριμένα, μείωση του Pichia συνέπεσε με αύξηση του Candida, ενώ εργαστηριακά φάνηκε ότι ο Pichia απελευθερώνει έναν παράγοντα που μπορεί να μειώσει την ανάπτυξη του Candida, του Aspergillus και του Fusarium. Σε ποντίκια, μάλιστα, σε ανοσοκαταστολή, στα οποία δοκιμάστηκε ο C. albicans φάνηκε ότι αυτά που λάμβαναν δια στόματος Pichia (PSM) ανέπτυξαν πιο καλοήθεις στοματικές μολύνσεις και παρουσίασαν μείωση του αριθμού των μυκήτων στους βλεννώδεις ιστούς της γλώσσας σε σχέση με τα ποντίκια που δεν έλαβαν θεραπεία.
Η σημασία του μυκοβιώματος, όμως, διαφαίνεται και από άλλες πρόσφατες μελέτες, ενώ συγκεκριμένα παίζει ρόλο στη γαστρεντερική υγεία. Το 2008, ερευνητές του Πανεπιστημίου Christian-Albrechts και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Schleswig-Holstein στο Kiel της Γερμανίας βρήκαν ότι οι αποικίες μυκήτων στα κόπρανα των ατόμων με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου ήταν πολύ διαφορετικές σε σχέση με τα υγιή άτομα. [S.J. Ott et al., “Fungi and inflammatory bowel diseases: Alterations of composition and diversity,” Scand J Gastroenterol, 43:831-41, 2008.] Επίσης, σε ποντίκια-πρότυπα με κολίτιδα, ερευνητές στο Ιατρικό Κέντρο Cedars-Sinai στο Λος Άντζελες βρήκαν ότι η δεκτίνη-1, ένας υποδοχέας που βρίσκεται στην επιφάνεια των κυττάρων του ανοσοποιητικού, όπως τα μακροφάγα, τα ουδετερόφιλα, τα δενδριτικά κύτταρα, και μεσολαβεί στις βιολογικές επιδράσεις των γλυκάνων, επηρεάζει σημαντικά τα συμπτώματα της νόσου στα ζώα. [I.D. Iliev et al., “Interactions between commensal fungi and the c- type lectin receptor dectin-1 influence colitis,” Science, 336:1314-17, 2012]. Βρέθηκε, μάλιστα, ότι ποντίκια με έλλειψη σε δεκτίνη 1 παρουσίαζαν αυξημένη απώλεια βάρους, ιστολογικές μεταβολές και παραγωγή προφλεγμονωδών κυτοκινών. Περαιτέρω δοκιμές έδειξαν ότι ο Candida tropicalis, ένα κυρίαρχο είδος μύκητα στο έντερο των άγριων ποντικιών, εκμεταλλεύτηκε την έλλειψη δεκτίνης-1 και ότι η θεραπεία των ποντικιών με έλλειψη δεκτίνης-1 με φλουκοναζόλη, που αποτελεί αντιμυκητιασικό παράγοντα, μείωσε τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.
Το 2000, η Kieren Marr στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον και το Ερευνητικό Κέντρου Καρκίνου Fred Hutchinson και οι συνεργάτες της ήταν ανάμεσα στους πρώτους που έδειξαν διασύνδεση μεταξύ της θεραπείας της καντιντίασης και βελτίωσης της Νόσου μοσχεύματος έναντι του ξενιστή (Graft versus host disease GVHD). Συγκεκριμένα, ασθενείς με μεταμόσχευση μυελού των οστών που έκαναν μακρά θεραπεία με φλουκοναζόλη, παρουσίασαν μείωση του γαστρεντερικού GVHD, προστασία ενάντια σε μολύνσεις Candida και θάνατο από αίτια που σχετίζονταν με καντιντίαση και βελτιωμένη επιβίωση.
Η σύνθεση του ανθρώπινου μυκοβιώματος μπορεί επίσης να επηρεάσει και πολύ πιο κοινές ασθένειες, όπως την παχυσαρκία. Το 2015, μια ομάδα ερευνητών στην Ισπανία ανέφερε ότι συγκεκριμένες αποικίες μυκήτων σε παχύσαρκους ανθρώπους παρουσιάζουν αύξηση, όπως οι μύκητες που ανήκουν στους phylum Ascomycota, Saccharomycetes και Tremellomycetes, αλλά και στις οικογένειες Dipodascaceae and Saccharomycetaceae. Υπήρχε, επίσης, μια τάση για μείωση στην ποικιλία μυκήτων στους παχύσαρκους ανθρώπους που συνάδει με δημοσιεύσεις που αφορούν βακτήρια. Οι μεταβολές του μυκοβιώματος των ατόμων αυτών φάνηκε να συνδέονται με υψηλότερα ποσοστά λίπους και μεταβολικών διαταραχών όπως αρτηριακή πίεση, φλεγμονή, αντίσταση στην ινσουλίνη. Οι ερευνητές βρήκαν, επίσης, ότι ο Mucor ήταν το κυρίαρχο είδος μυκήτων σε συμμετέχοντες που δεν ήταν παχύσαρκοι, και ότι η σχετική επάρκεια του Mucor αύξανε μετά την απώλεια βάρους σε παχύσαρκους ασθενείς. Παρόμοια αποτελέσματα αναφέρονται και με τα Βακτεροειδή βακτήρια που σχετίζονται με απώλεια βάρους, τα οποία συνολικά μπορεί να χρησιμεύσουν στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας.
Με δεδομένο ότι οι έρευνες για το μυκοβίωμα είναι ακόμη σε πρώιμο στάδιο, χρειάζονται περισσότερες μελέτες, αλλά φαίνεται ξεκάθαρα μέχρι στιγμής ότι το ανθρώπινο μυκοβίωμα επιδρά τόσο στην υγεία μας, όσο και σε ασθένειες. Ήδη έχουν γίνει κι άλλοι συσχετισμοί ανάμεσα στο μυκοβίωμα και την ατοπική δερματίτιδα, όπως και σε αλλεργικές αντιδράσεις των πνευμόνων. Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη να μελετηθεί και η έρευνα να στραφεί και σε αυτό, πέραν του μικροβιώματος.