Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο στη φυτοφαγία: Νέα έρευνα
Μπορεί να έχει μετατραπεί σε… χρυσός τελευταία, ωστόσο το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο δεν λείπει από κανένα σπίτι στην Ελλάδα και δεν υπάρχει ελληνική και μεσογειακή κουζίνα χωρίς αυτό. Ως γνωστόν είναι πλούσιο σε μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, αντιοξειδωτικά, βιταμίνη Ε, ωφελώντας την υγεία της καρδιάς, τον εγκέφαλο, συμβάλλοντας στην απορρόφηση λιποδιαλυτών βιταμινών και στην υποστήριξη του ανοσοποιητικού – γι’ αυτό και πάντα το προσθέτω με μέτρο και εξατομικευμένα στα διατροφικά πλάνα ως διαιτολόγος-διατροφολόγος με εξειδίκευση στα αυτοάνοσα και τη φλεγμονή και μετεκπαίδευση στη φυτοφαγία. Από την άλλη, πολλοί υποστηρικτές της φυτοφαγίας προτιμούν να μην το προσθέτουν στη διατροφή τους, αποφεύγοντας όλα τα πρόσθετα λάδια συνολικά και τα λιπαρά τους. Φυσικά και μπορεί να υπάρξει διατροφή χωρίς λάδι για όποιον το επιθυμεί, ωστόσο υπάρχει και νέα έρευνα που δείχνει πόσο καλό μπορεί να μας κάνει στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης plant-based διατροφής με ολόκληρες τροφές.
Τα ευρήματα της μελέτης
Η παρούσα μελέτη διερεύνησε τις καρδιομεταβολικές επιδράσεις της κατανάλωσης διαφορετικών ποσοτήτων έξτρα παρθένου ελαιόλαδου στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης φυτοφαγικής διατροφής. Στόχος της ήταν να εξετάσει τη βέλτιστη ποσότητα διατροφικών λιπαρών, ιδίως του ελαιολάδου, στη μείωση των παραγόντων κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου (CVD).
Ο σχεδιασμός της μελέτης ήταν μια τυχαιοποιημένη, διασταυρούμενη δοκιμή, στην οποία συμμετείχαν 40 ενήλικες με ≥5% κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Η παρέμβαση ήταν τέσσερις εβδομάδες φυτοφαγίας με ολόκληρες τροφές με υψηλές (4 κουταλιές της σούπας/ημέρα) ή χαμηλές (<1 κουταλάκι του γλυκού/ημέρα) ποσότητες έξτρα παρθένου ελαιολάδου. Υπήρξε περίοδος παύσης μιας εβδομάδας, για να περάσουν στη συνέχεια στην εναλλακτική ομάδα.
Οι συμμετέχοντες παρακολούθησαν εβδομαδιαία μαθήματα μαγειρικής και τους δόθηκε έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και δωροκάρτες για αγορές ειδών παντοπωλείου, ενώ τους ζητήθηκε να απέχουν από την κατανάλωση οποιωνδήποτε τροφίμων ζωικής προέλευσης και έντονα επεξεργασμένων τροφίμων με πρόσθετα σάκχαρα ή έλαια. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο προοριζόταν να καταναλωθεί ωμό, ενώ οι συμμετέχοντες έλαβαν επίσης ένα συμπλήρωμα βιταμίνης Β12.
Το πρωταρχικό αποτέλεσμα της μελέτης ήταν η μεταβολή των επιπέδων χοληστερόλης λιποπρωτεϊνών χαμηλής πυκνότητας (LDL-C) σε σύγκριση με την αρχική τιμή. Οι δευτερεύουσες εκβάσεις περιλάμβαναν μεταβολές στη συνολική χοληστερόλη, την απολιποπρωτεΐνη Β, τη χοληστερόλη λιποπρωτεΐνης υψηλής πυκνότητας (HDL-C), τη γλυκόζη και την υψηλής ευαισθησίας C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (hs-CRP).
Το αποτέλεσμα έδειξε ότι η πρόσληψη λίπους ήταν 48% της ενέργειας κατά τη φάση με υψηλή κατανάλωση σε έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και 32% κατά τη φάση με χαμηλή κατανάλωση σε έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Και τα δύο πρότυπα διατροφής είχαν ως αποτέλεσμα συγκρίσιμες μειώσεις της LDL-C, της ολικής χοληστερόλης, της απολιποπρωτεΐνης Β, της HDL-C, της γλυκόζης και της hs-CRP. Ωστόσο, υπήρξαν μεγαλύτερες μειώσεις στην LDL-C, τη συνολική χοληστερόλη, την HDL-χοληστερόλη, την απολιποπρωτεΐνη B και τη γλυκόζη με τη δίαιτα χαμηλής κατανάλωσης έξτρα παρθένου ελαιολάδου. Το σωματικό βάρος μειώθηκε και στις δύο ομάδες διατροφής, με μεγαλύτερο όφελος από τη φάση χαμηλής κατανάλωσης.
Συνολικά, η μελέτη επιβεβαιώνει τα οφέλη της φυτοφαγίας με ολόκληρες τροφές για τη βελτίωση των καρδιομεταβολικών παραγόντων κινδύνου και το ότι η διατήρηση της πρόσληψης εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου σε πολύ χαμηλά/μηδαμινά επίπεδα μπορεί να βελτιώσει περαιτέρω το λιπιδαιμικό προφίλ του αίματος και το σωματικό βάρος. Σύμφωνα με τους επικεφαλής, αυτό οφείλεται στην περαιτέρω απομάκρυνση των κορεσμένων λιπαρών της διατροφής που βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα στο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, όπως επίσης και στην απώλεια βάρους.
Η εξατομίκευση είναι το κλειδί
Πρέπει, ωστόσο, να λάβουμε υπ’ όψιν ότι η μελέτη είναι μικρή και περιορισμένης διάρκειας και δεν μπορεί να μας πει για συγκεκριμένες εκβάσεις στην υγεία, παρά μόνο για αλλαγές στους βιοδείκτες που προβλέπουν την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου. Επίσης δεν ήταν μια μελέτη χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά αυτή καθαυτή, αφού η ομάδα χαμηλής κατανάλωσης ελαιολάδου εξακολουθούσε να έχει πρόσληψη λίπους 32% της συνολικής ενέργειας, προερχόμενη όμως από ολόκληρες φυτικές πηγές όπως αβοκάντο, ξηρούς καρπούς, σπόρους, ελιές.
Η μελέτη δεν μπορεί να αποκλείσει πλήρως το γεγονός ότι οι διαφορές στο σωματικό βάρος μπορεί να ήταν η αιτία για το καλύτερο λιπιδαιμικό προφίλ στην ομάδα με χαμηλή κατανάλωση ελαιολάδου. Η ομάδα αυτή κατανάλωνε περίπου 400 θερμίδες λιγότερες την ημέρα, γεγονός που οδηγεί σε μεγαλύτερη απώλεια βάρους.
Η πρόσληψη φυτικών ινών φάνηκε να κινείται σε χαμηλά επίπεδα στην plant-based διατροφή με ολόκληρες τροφές, με περίπου 30 γραμμάρια την ημέρα, με μόνο 0,4 φλιτζάνια όσπρια να καταναλώνονται την ημέρα και περίπου 10-14% της ενέργειας να προέρχεται από πρωτεΐνες. Θα έπρεπε, λοιπόν, οι συμμετέχοντες να ενθαρρυνθούν να καταναλώνουν περισσότερα τρόφιμα φυτικής προέλευσης πλούσια σε πρωτεΐνες.
Τέλος, να πούμε ότι παρ’όλο που οι 21 από τους 40 συμμετέχοντες λάμβαναν ήδη φάρμακα για τη μείωση των λιπιδίων, υπήρχαν πρόσθετα οφέλη από τις διαιτητικές παρεμβάσεις.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι μπορούμε να εξατομικεύσουμε κάθε διατροφικό πλάνο με βάση τους στόχους υγείας και τις προτιμήσεις του καθενός, χωρίς να χρειάζεται να αφαιρεθεί το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο από τις επιλογές.
Πηγές
https://shireenkassam.substack.com/p/review-of-the-plant-based-nutrition-3dc
https://www.ahajournals.org/doi/10.1161/JAHA.124.035034