Αλκιβιάδου 185, Πειραιάς

 

 

  210 45 36 144

 

Ακολουθήστε Μας

No products in the cart.

No products in the cart.

No products in the cart.

Αλάτι και μικροβίωμα εντέρου

1 min reading time

Όταν μιλάμε για την υγεία του εντέρου, συνήθως αναφερόμαστε σε τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες, προβιοτικά και πρεβιοτικά, που βοηθούν στην ισορροπία της χλωρίδας του και οδηγούν σταδιακά σε καλύτερη συνολική υγεία και ανοσοποιητικό στο πλαίσιο ενός ισορροπημένου τρόπου ζωής και διατροφής, ιδανικά φυτοφαγικής. Γνωρίζετε, άλλωστε, ότι ως διαιτολόγος με εξειδίκευση στα αυτοάνοσα και τη φλεγμονή, που η σχέση τους με τη διατροφή έχει αποδειχτεί επιστημονικά και στην πράξη, δίνω πάντα έμφαση στην υγεία του εντέρου και στις τροφές που θα την ευνοήσουν.

Το αλάτι, από την άλλη, συνήθως το συσχετίζουμε με την υπέρταση. Πιθανόν, όμως, να μην γνωρίζετε ότι ακόμη κι αν δεν πάσχετε από υψηλή αρτηριακή πίεση, μάλλον πρέπει να το μειώσετε στη διατροφή σας –μην ανησυχείτε, δεν θα χάσετε σε νοστιμιά, τα μπαχαρικά είναι εδώ για να καλύψουν το «κενό». Δεν είναι πρόσφατη, άλλωστε, η αντίληψη ανάμεσα στους επιστημονικούς κύκλους ότι το μικροβίωμα του εντέρου μπορεί να είναι «μεσάζοντας», κάτι που φαίνεται ξανά και από τυχαιοποιημένη μελέτη που δείχνει ότι ειδικά στις γυναίκες που έχουν αρρύθμιστη υπέρταση, η μείωση της πρόσληψης αλατιού στη συνιστώμενη δόση σχετίζεται με μειωμένη αρτηριακή πίεση, περισσότερα «συνεργάσιμα» αιμοφόρα αγγεία και αυξημένα επίπεδα λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου στο αίμα (λιπαρά λιπαρά οξέα που παράγονται από τον μεταβολισμό των φυτικών ινών στο παχύ έντερο και έχουν σχετιστεί με πολλά οφέλη για την υγεία, με αντιφλεγμονώδη δράση και μείωση της πιθανότητας καρκίνου του εντέρου).

Παλιότερη μελέτη του 2017 που πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια και μικρό αριθμό ανθρώπων είχε δείξει ότι η διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του Lactobacillus (βακτήριο με ωφέλιμη δράση στο έντερο) κι ότι η θεραπεία με L.murinus απέτρεψε τις αυτοάνοσες αντιδράσεις που προέκυπταν από το αλάτι και την υπέρταση λόγω ευαισθησίας στο νάτριο σε ποντίκια. Το ερώτημα αν αυτά τα ευρήματα μπορούν να μεταφραστούν και σε ανθρώπους, βέβαια, παραμένει, ενώ το ίδιο ισχύει και για την επίδραση του αλατιού στο μικροβίωμα του εντέρου.

Νέα, τυχαιοποιημένη, cross-over μελέτη με επικεφαλής την Dr. Haidong Zhu από το Πανεπιστήμιο Augusta της Τζιόρτζια των Ηνωμένων Πολιτειών αποκάλυψε έναν τρόπο με τον οποίο μια διατροφή με χαμηλή περιεκτικότητα σε νάτριο μειώνει την αρτηριακή πίεση και βελτιώνει την αρτηριακή ελαστικότητα σε ασθενείς με υπέρταση που δεν λαμβάνουν θεραπεία –ειδικά σε γυναίκες-, ο οποίος είναι η αύξηση των λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου στο αίμα.

Στο πλαίσιο της μελέτης, οι επικεφαλής έδωσαν σε 145 συμμετέχοντες μια διατροφή με χαμηλή πρόσληψη νατρίου (2000mg/ημέρα), δηλαδή όσο συστήνεται. Να σημειώσουμε ότι αυτή η σύσταση ξεπερνιέται κατά πολύ από τους περισσότερους, με τη μέση πρόσληψη νατρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, να ξεπερνά τα 3.400mg (ισοδύναμο ων 8600mg επιτραπέζιου αλατιού).

Με βάση τον cross-over σχεδιασμό της έρευνας (που σημαίνει ότι οι συμμετέχοντες λαμβάνουν μια σειρά διαφορετικών θεραπειών), οι συμμετέχοντες που ακολουθούσαν διατροφή με μειωμένη πρόσληψη νατρίου, λάμβαναν είτε νάτριο, είτε placebo ταμπλέτες 9 φορές την ημέρα για 6 εβδομάδες. Έπειτα έγινε αλλαγή στις ομάδες.

Στο πλαίσιο της μελέτης, λοιπόν, φάνηκε ότι μια μέτρια μείωση στην πρόσληψη νατρίου από το αργό νάτριο σε placebo οδήγησε σε αύξηση των λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου (όπως βουτυρικό οξύ, ισοβουτυρικό οξύ, 2-μεθυλβουτυρικό κ.ά.). Πέραν αυτού, όπως εξηγεί η Zhu, η αλλαγή σε μια διατροφή με χαμηλότερη περιεκτικότητα σε νάτριο, ενώ οδήγησε σε βελτίωση και στα δύο φύλα, οι γυναίκες φάνηκε να ευνοούνται περισσότερο, παρουσιάζοντας πιο σημαντική βελτίωση σε σχέση με τους άντρες.

Η αύξηση των λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου (SCFAs), που προέκυψε από μείωση του νατρίου μόνο στις γυναίκες, οδήγησε τους επιστήμονες να διερευνήσουν την εμπλοκή αυτών των μορίων στην καρδιαγγειακή υγεία του γυναικείου φύλου. Στις γυναίκες, λοιπόν, η αύξηση των επιπέδων στο αίμα κάποιων λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου φάνηκε να συνδυάζεται και με μείωση στην αρτηριακή πίεση, ενώ υπήρχε διασύνδεση κάποιων SCFAs με βελτίωση στην αρτηριακή ελαστικότητα και με καταμέτρηση μείωσης στην ταχύτητα του παλμικού κύματος στην καρωτιδική-μηριαία αρτηρία.

Καθώς δεν πάρθηκαν δείγματα κοπράνων, οι ερευνητές δεν μπόρεσαν να δουν άμεσα τις αλλαγές στη σύνθεση του μικροβιώματος του εντέρου και για το αν ευθύνεται για τα ευρήματα. Ωστόσο, σχεδόν όλα τα λιπαρά οξέα βραχείας αλύσου που ήταν παρόντα στην κυκλοφορία προέρχονται από το μικροβίωμα και δεν ανιχνεύονται σε ζώα που είναι απαλλαγμένα από βακτήρια. Κάτι σημαντικό, όμως, είναι ότι τα λιπαρά αυτά οξέα εμπλέκονται εν μέρει στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, αλληλεπιδρώντας με τους συζευγμένους με πρωτεΐνη G υποδοχείς και ρυθμίζοντας την απελευθέρωση του ενζύμου ρενίνη, το οποίο σχετίζεται με τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης. Τα πρόσφατα στοιχεία, λοιπόν, δείχνουν ότι το μικροβίωμα του εντέρου είναι ο βασικός λόγος μείωσης της αρτηριακής πίεσης και των πιο «συνεργάσιμων» αιμοφόρων αγγείων.

Άλλοι μικροβιακοί μεταβολίτες μπορεί επίσης να εμπλέκονται στον τρόπο με τον οποίο το αλάτι επηρεάζει το μικροβίωμα. Σύμφωνα με μελέτη του 2017, για παράδειγμα, μείωση της παραγωγής μεταβολιτών ινδόλης στα ποντίκια σε διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο, αποκαταστάθηκε με χορήγηση L.murinus.

Όλα τα παραπάνω ευρήματα σε ασθενείς με υπέρταση, λοιπόν, μας δείχνουν ότι οι συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για μείωση της πρόσληψης αλατιού/νατρίου με στόχο την πρόληψη μη επικοινωνήσιμων ασθενειών μπορεί να συμβάλλει στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και τη βελτίωση της καρδιακής υγείας, μέσω του μικροβιώματος του εντέρου. Πέραν της αρτηριακής πίεσης, προηγούμενες μελέτες σε ποντίκια είχαν αποδείξει τη σχέση μεταξύ αυξημένης πρόσληψης αλατιού και την ενεργοποίηση του προφλεγμονώδους υποσυνόλου Τ-λεμοφκυττάρων (κύτταρα TH17) που φανερώνει την αξία διερεύνησης της σχέσης μεταξύ μιας διατροφής με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι και τα αυτοάνοσα νοσήματα.

Πηγές
Wilck N, Matus MG, Kearney SM, et al. Salt-responsive gut commensal modulates TH17 axis and disease. Nature. 2017; 551(7682):585-9. doi: 10.1038/nature24628.
Institute of Medicine. Dietary Reference Intakes for Water, Potassium, Sodium Chloride, and Sulfate (Natl Acad. Press, 2005).
US Department of Health and Human Services, US Department of Agriculture. What We Eat in America. NHANES 2011-2012.
Chen L, He FJ, Dong Y, et al. Modest sodium reduction increases circulating short-chain fatty acids in untreated hypertensives. A randomized, double-blind, placebo-controlled trial. Hypertension. 2020; 76:73-9. doi: 10.1161/HYPERTENSIONAHA.120.14800.
Kleinewietfeld M, Manzel A, Titze J, et al. Sodium chloride drives autoimmune disease by the induction of pathogenic TH17 cells. Nature. 2013; 496:518-22. doi: 10.1038/nature11868.

Call Now Button