Νέα έρευνα: Η αλλαγή του τρόπου ζωής στη μέση ηλικία μπορεί να μας προστατέψει από τον καρκίνο
Δυστυχώς παρατηρείται πλέον ότι τα ποσοστά καρκίνου αυξάνονται δυσανάλογα στους νέους μικρότερης ηλικίας κάτω των 50 ετών και επιβεβαιώνεται από πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο BMJ oncology που δείχνει ότι από το 1990, η συχνότητα εμφάνισης και οι θάνατοι από καρκίνους πρώιμης έναρξης έχουν αυξηθεί σημαντικά σε παγκόσμιο επίπεδο, με τη μεγαλύτερη αύξηση να παρατηρείται στους καρκίνους του μαστού, της τραχείας, των βρόγχων και των πνευμόνων, του στομάχου και του παχέος εντέρου. Η ανάλυση διαπιστώνει ότι οι διατροφικοί παράγοντες κινδύνου (διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε κόκκινο κρέας, χαμηλή σε φρούτα, υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο και χαμηλή περιεκτικότητα σε γάλα –λόγω ασβεστίου- και δημητριακά ολικής αλέσεως), η κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα είναι οι κύριοι παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με καρκίνους που εμφανίζονται σε νεότερες ηλικίες. Πρόσφατο άρθρο στο περιοδικό Lancet Oncology, μάλιστα, υπενθυμίζει ότι σχεδόν οι μισοί καρκίνοι μπορούν δυνητικά να προληφθούν με την αντιμετώπιση των παραγόντων του τρόπου ζωής.
Τα καλά νέα είναι ότι ποτέ δεν είναι αργά να επωφεληθούμε από αλλαγές που μπορούμε να κάνουμε στον τρόπο ζωής. Το συγκεκριμένο paper αναφέρεται στο αν η αλλαγή των συνηθειών του τρόπου ζωής στη μέση ηλικία επηρεάζει τον κίνδυνο καρκίνου. Η μελέτη περιελάμβανε 295.865 μεσήλικες συμμετέχοντες από τη μελέτη EPIC, οι οποίοι είχαν συμπληρώσει ερωτηματολόγιο για τον τρόπο ζωής στην αρχή και κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης. Και στις δύο χρονικές στιγμές, οι ερευνητές υπολόγισαν έναν δείκτη υγιεινού τρόπου ζωής (HLI) με βάση το κάπνισμα, την κατανάλωση αλκοόλ, τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) και τη σωματική δραστηριότητα με βαθμολογίες που κυμαίνονταν από 0-16. Οι καρκίνοι που θεωρήθηκαν σχετιζόμενοι με τον τρόπο ζωής, δηλαδή σχετιζόμενοι με το κάπνισμα και τη χρήση αλκοόλ, τον αυξημένο ΔΜΣ και τη σωματική αδράνεια, είναι ο καρκίνος του μαστού, του προστάτη, του παχέος εντέρου, του στομάχου, των πνευμόνων.
Ο διάμεσος χρόνος μεταξύ των δύο ερωτηματολογίων ήταν 5,7 έτη και η διάμεση ηλικία στο ερωτηματολόγιο παρακολούθησης ήταν 59 έτη. Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, η μεγαλύτερη αλλαγή στις συνήθειες του τρόπου ζωής παρατηρήθηκε στα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας και η μικρότερη αλλαγή στα ποσοστά καπνίσματος.
Υπήρξαν 14.933 καρκίνοι που σχετίζονταν με τον τρόπο ζωής που προέκυψαν μετά το follow-up ερωτηματολόγιο σε μια μέση παρακολούθηση 7,8 ετών. Κάθε αύξηση του HLI κατά μία μονάδα μεταξύ των ερωτηματολογίων συσχετίστηκε με 4% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου σχετιζόμενου με τον τρόπο ζωής, με ισχυρότερη συσχέτιση στους άνδρες από ό,τι στις γυναίκες. Βελτιώσεις από τα χαμηλότερα επίπεδα της βαθμολογίας HLI (0-9 μονάδες) στο υψηλότερο (12-16 μονάδες) συνδέθηκαν με μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου σχετιζόμενου με τον τρόπο ζωής κατά 25%, ενώ μειώσεις από το υψηλότερο στο χαμηλότερο τρίτο συνδέθηκαν με 21% αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου σχετιζόμενου με τον τρόπο ζωής. Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι το 5,6% των παρατηρούμενων καρκίνων που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής αποδόθηκε σε ανθυγιεινές αλλαγές στον τρόπο ζωής.
Όπως τονίζουν και οι επικεφαλής της μελέτης, η συσχέτιση μεταξύ των αλλαγών στον τρόπο ζωής και του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου που συνδέεται με τον τρόπο ζωής ήταν αμφίδρομη, πράγμα που σημαίνει ότι η αλλαγή προς έναν πιο ευνοϊκό τρόπο ζωής σχετιζόταν με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου που συνδέεται με τον τρόπο ζωής, ενώ η αλλαγή από έναν προσεγμένο σε έναν λιγότερο προσεγμένο τρόπο ζωής σχετιζόταν με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου που συνδέεται με τον τρόπο ζωής. Επιπλέον, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η διατήρηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής σχετιζόταν με τον χαμηλότερο κίνδυνο καρκίνου που συνδέεται με τον τρόπο ζωής. Οι επικεφαλής εκτίμησαν επίσης ότι εάν όλοι οι συμμετέχοντες είχαν βελτιώσει τον τρόπο ζωής τους σε οποιοδήποτε βαθμό, θα υπήρχαν 7,4% λιγότεροι καρκίνοι που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, κάτι που σε επίπεδο πληθυσμού θα μπορούσε να έχει τεράστιο αντίκτυπο. Είναι κρίμα, ωστόσο, που τα διατροφικά δεδομένα δεν ήταν επαρκώς αξιόπιστα για να χρησιμοποιηθούν στη βαθμολογία HLI και αναμένουμε περαιτέρω μελέτες που περιλαμβάνουν διατροφικούς παράγοντες κινδύνου.
Χρειάζεται, όμως, να ξεκαθαρίσουμε κάτι εδώ. Ο όρος «καρκίνος που σχετίζεται με τον τρόπο ζωής» μπορεί να προκαλέσει συναισθηματική φόρτιση, καθώς υποδηλώνει ένα στοιχείο επιλογής και, συνεπώς, ενοχής. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι οι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες συχνά καθορίζουν την ικανότητά μας να υιοθετήσουμε συνήθειες υγιεινού τρόπου ζωής και, ως εκ τούτου, χρειαζόμαστε μια αλλαγή στην υγειονομική περίθαλψη και την κοινωνία στο σύνολό της για να διασφαλίσουμε ότι ο υγιεινός τρόπος ζωής είναι προσβάσιμος σε όλους. Γιατί σε αυτή τη φάση, δεν είναι.
Πηγές
https://shireenkassam.medium.com/review-of-the-plant-based-lifestyle-medicine-news-april-2024-be6c885d588d
https://bmjoncology.bmj.com/content/2/1/e000049
https://www.thelancet.com/journals/lanonc/article/PIIS1470-2045(24)00217-1/fulltext?dgcid=raven_jbs_etoc_email
https://epic.iarc.fr/